Στο κάστρο της Αστροπαλιάς



Και να 'ναι λέει βράδυ και να φυσάει όπως μόνο το Αιγαίο ξέρει να τραγουδά τους αγέρηδες.

Και να είναι ολόγιομο το φεγγάρι και να χάνεσαι σε άλλες εποχές. Εκεί που δεν είναι όνειρο μηδέ ξύπνιο. Έξυπνα ενύπνια να γεύεσαι και άλλος άνθρωπος να ορθώνεται εντός σου. Του καθενός ένας τόπος του ορίστηκε τούτο να του τυχαίνει. Εμέ μου έλαχε η Αστροπαλιά.


Δεχαοχτώ χρόνους την προσκυνούσα ανελλιπώς. Κι απέ απόκαμε η ψυχή μου να μετρά πληγές στο λατρεμένο σώμα της. Κρατώ τις εικόνες της, τις μυρουδιές της, τους ήχους της, κρατώ τα μυστικά του ανέμου και τις μνήμες που κέντησε στην ψυχή μου. Κι όταν βλέπω φεγγάρι πανσέληνο, σκαρφαλώνω στις αχτίδες του και ταξιδεύω πίσω, στην Αστροπαλιά που κάποτε γνώρισα και πια δε θα ξανάρθει. Την ιχθυόεσσα και την τράπεζα των θεών, την κόρη του Φοίνικα και την αδερφή της Ευρώπης. Την κυρά κι αρχόντισσα του κόντε Κουιρίνι, την παλλακίδα του τρομερού Μπαρμαρόσα.

Καλύτερα έτσι. Να τη θυμάμαι όπως τη θέλω εγώ. Αντέχω την απουσία της, ναι. Σαν που αντέχουμε τις θύμησες εκείνων που χάσαμε και δε θα ματαδούμε. Ένα μονάχα με λυγίζει, ένα ξεκλειδώνει τους κρατήρες της ψυχής μου: "Το Κάστρο της Αστροπαλιάς".

Τραγούδι δεν είναι τούτο δω, μαχαίρι είναι που ξεριζώνει τα φυλλοκάρδια μου. Και σταματά το χρόνο και με αρπάζει και με γυρίζει εκεί. Εκείνο το πρωί. Εκεί στις πολεμίστρες κρεμασμένοι να καρτερούμε τον ήλιο τον ηλιάτορα να μας βιγλίσει. Να δούμε για μια ακόμη φορά το μέγα το μυστήριο, πως το φως νικά το σκοτάδι.





Στις γκρεμισμένες κάμαρες πίσω μας φιδοσέρνονταν ακόμη άρχοντες οι ίσκιοι. Κι απ' τα πορτοπαράθυρα, φευγάτα από χρόνια, μπαινόβγαινε μια μικροπαντρεμένη, κόρη ξανθή, που τον κύρη της προσμένει βράδυ πρωί... Για τέτοια ώρα σας μιλώ. Που αφήνεσαι σε υπνοφαντασιές και μυστήρια δίχως καμία τύψη.

Και ξαφνικά, κανείς μας δεν κατάλαβε το πότε ακριβώς, βογγούσε βλέπεις και ο άνεμος, ήταν και η ώρα παράξενη, αναριγήσαμε από αλλόκοτο άκουσμα. Κρυφά και μυστικά στην αρχή. Μη νιώσουν τίποτα οι άλλοι και αλαφροΐσκιωτους μας πάρουν. Μα τούτο το σουραύλισμα όλο και δυνάμωνε, όλο και πλησίαζε. Να κρυφτούμε ο ένας απ' τον άλλο δε μπορούσαμε πια. Απλώσαμε τα χέρια, αγκαλιαστήκαμε, μα λέξη από τα στόματα δε βγήκε. Τρεις ανθρώπινες φιγούρες παγωμένες και αλλόφρονες. Εκεί, στο χείλος του κάστρου. Έτοιμοι να δούμε τα πάντα. Έτοιμοι να πιστέψουμε τα πάντα.


Και τότε, από τα σκοτεινά περάσματα ξεκόλλησε ένας ίσκιος. Ίσκιος ανθρώπινος. Κρατούσε στα δυο του χέρια ένα φλάουτο, ναι ένα φλάουτο ήταν όλο κι όλο. Κι ένας ακόμη τρελός που βγήκε ξημερώματα στο κάστρο να κάνει παρέα στα φαντάσματα και συντροφιά στου ανέμου το τραγούδι. Πέρναγε σαν σε τάμα από κάμαρη σε κάμαρη από σκαλί σε σκαλί κι από βίγλα σε βίγλα. Χαιρέταγε και τον χαιρετούσαν στρατιές που τα μάτια δεν έβλεπαν, μόνο η καρδιά ένιωθε τον καημό τους. Ίδιος πικρός καημός και προαιώνιος. Να φεύγουμε και να φεύγουμε και άλλοι πίσω να ακλουθάν, το ίδιο καταδικασμένοι να φύγουν κι εκείνοι. Μαγγανοπήγαδο χωρίς τέλος και χωρίς αρχή...


Κι ήρθε έπειτα το φως. Τόσο δα, σταγόνα αίμα στην άκρη του πελάγου. Έλιωσαν, χάθηκαν και παν οι ίσκιοι οι αλλόκοσμοι. Σώπασε και το φλάουτο. Τι άλλο πια να πει;

Κουβέντα δεν είπαμε κι εμείς. Τέτοια πράγματα μόνο τα ζεις, δεν τα κουβεντιάζεις. Έτσι κι αλλιώς θα τα κουβαλάς μια ζωή... δεύτερο δέρμα της ψυχής σου. Και θα 'ρθει καιρός, να τα στοράς νοσταλγικά και ήρεμα πως τα 'ζησες, πως γεύτηκες το θάμα. Καλή ώρα απόψε...

Μια μόνο εξαίρεση χωρά. Εκείνο το τραγούδι. Του κάστρου που σε σημάδεψε. Και σβήνεται τότε ο κόσμος και αρχίζεις πάλι να ζεις τη στιγμή. Κλείνεις τα μάτια και αρχίζεις το χορό. Και πορπατείς ξανά σε πολεμίστρες.

Πάντα εκεί. Εκεί που άφησες ένα πρωινό την καρδιά σου: Στο κάστρο της Αστροπαλιάς...




@@@@@@@@@@@@@@@@@
Πηγή φωτογραφιών: http://www.astypalaia.com/



  • Δείτε το αναλυτικό αφιέρωμα στο ξεχωριστό blog που φτιάξαμε: ΑΣΤΥΠΑΛΑΙΑ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφιέρωμα στην Κατερίνα μας