Λιβάδι. Τα δωμάτια του Καλούδη (μέσα στον κίτρινο κύκλο). Τα προτιμάμε σταθερά τα τελευταία χρόνια για πολλούς και σημαντικούς λόγους:
Σε ένα λεπτό είσαι στη θάλασσα. Με τα πόδια.
Υπάρχει άνετος χώρος για πάρκινγκ. (Μην το υποτιμάτε καθόλου το ζήτημα, ειδικά αν πάτε Αύγουστο στην Αστυπαλιά.)
Τα δωμάτια έχουν έξυπνη διαρύθμιση και όλα τα εντελώς απαραίτητα για άνετες διακοπές. Σε ορισμένα υπάρχει και air condition. Εμείς δεν το χρειαζόμαστε γιατί τις ώρες της ζέστης είμαστε εκτός δωματίου. Η Αστυπάλαια μόνο το μεσημεράκι έχει πρόβλημα ζέστης. Το βράδυ χρειάζεσαι μέχρι και πουλοβεράκι... Ψυγειάκι όμως έχουν όλα τα δωμάτια. Και τηλέφωνο. Δε θα βρείτε τηλεόραση και σύνδεση στο ίντερνετ. Την πρώτη, την τηλεόραση, αν τόσο την αγαπάτε, μην πάτε καθόλου Αστυπάλαια. Καθίστε σπιτάκι σας και κάντε ζάπινγκ. Το δεύτερο, ε ναι... θα το θέλαμε αλλά και λίγη αποτοξίνωση δε βλάπτει!
Το μεγάλο ατού (τουλάχιστον σε ορισμένα του επάνω ορόφου, είναι η θέα στο Κάστρο ακόμη και από το κρεβάτι... )
Υπάρχει κοινόχρηστη κουζίνα και ένα βαθύσκιωτο κιόσκι με τραπεζάκια δίπλα στον καταπληκτικό κήπο με τους φοίνικες και τις μπανανιές, τα γεράνια και τις κυδωνιές, τα κλήματα και τις συκιές, το γαϊδαράκο και τον κούνελο και το καταπληκτικό πηγάδι που έφτιαξε το αφεντικό μαζί με το γιο του το Μανόλη.
Κυρίως όμως είναι οι άνθρωποι. Η γλυκύτατη κυρία Ειρήνη που ξέρει να προσφέρει κλίμα σπιτικής φιλοξενίας, το Ρουλάκι, η κόρη της, που φροντίζει τα δωμάτια και το βράδυ φρόντιζε τα ποτά μας στο Πανόραμα, ο Μανόλης, ο γιος της, μόνιμος βοηθός της Ρούλας και το βράδυ υπεύθυνος της μουσικής στο Πανόραμα. Και βεβαίως το αφεντικό, που μπορεί να λέγεται Γιάνναρος αλλά οι συντοπίτες του του χάρισαν το παρατσούκλι ΚΑΛΟΥΔΗΣ, χαρακτηριστικό της ποιότητας του ανθρώπου. Μηχανικός στα καράβια στα νιάτα του ο κύριος Μιχάλης, κατάφερε με τον ιδρώτα του να φτιάξει τούτα τα δωμάτια και όπως λένε με καμάρι τα παιδιά του "όλα όσα βλέπετε εδώ τα έχει φτιαγμένα ο πατέρας μας με τα χέρια του"! Η αλήθεια είναι πως υπάρχουν και πολλά άλλα που τα έχει φτιάξει το χέρι της κυρίας Ειρήνης που κατέχει τη μοδιστρική και έχει ράψει μόνη της όλα τα χρειαζούμενα και αγαπά ιδιαίτερα την κηπουρική και τα ζώα δίνοντας την αίσθηση αγροκτήματος στο χώρο. Μα ξέρεις τι κέφι απίθανο είναι να γυρνάς ξημερώματα και να σε υποδέχεται ένα κουνελάκι με μεγάλα αυτιά;
Αυτό είναι το Γεράνι. Απέναντι σχεδόν από τα δωμάτια που μένουμε. Φαγητό καταπληκτικό και ποικιλία απίθανη. Τιμές; Φανταστικές. Και εξυπηρέτηση άψογη. Ιδιαίτερα ευχαριστημένοι μείναμε από την πριγκίπισσα, την Ιζαμπέλ, ή Ζαμπελού στα Αστυπαλίτικα ή Μπέτυ όπως προτιμά η ίδια να τη φωνάζουν. Εδώ θα βρείτε φαγητό από νωρίς το μεσημέρι μέχρι αργά το βράδυ. Μαγειρευτά, της ώρας, παραδοσιακά, λαχανικά, ορεκτικά και ό,τι άλλο τραβά η όρεξή σας. Στα ψητά της σχάρας υπεύθυνος είναι το αφεντικό που με μια μεγάλη αγκαλιά θυμάρι δίπλα του φροντίζει με ιδιαίτερο μεράκι το ψήσιμο. Μην παραλείψετε να δοκιμάσετε την ψαρόσουπα. Θα γλείφετε και τα δάκτυλά σας.
Ένα ακόμη στέκι για φαγητό είναι η Ακτή. Βρίσκεται στον Πέρα Γιαλό στη Χώρα. Με τραπεζάκια κρεμασμένα στο βράχο πάνω από τη θάλασσα. Θέα απίθανη στο Κάστρο. Εδώ είναι για βράδυ και ειδικά με φεγγάρι. Το προσωπικό όπως και στα περισσότερα στέκια της Αστυπάλαιας είναι η οικογένεια, πατέρας, μάνα, παιδιά, ξαδέρφια... Και το φαγητό οικογενειακό κι αυτό και με ιδιαίτερη αστυπαλίτικη γεύση.
Τα τραπεζάκια έξω. Του Αντώνη του Ποδότα. Στέκι μικρό αλλά για μας το καλύτερο στην παραλία στο Λιβάδι. Με τον Αντώνη να μας καταϋποχρεώνει με την ευγένειά του και να μας φροντίζει άψογα με τους καφέδες και τους σπέσιαλ χυμούς. Σερβίρονται και πιο σοβαρά ποτά (εμείς όμως μόνο βράδυ πίνουμε...) γλυκά ακόμη και φαγητό. Κι ας είναι ένα μαγαζάκι τόσο δα. Και όλα σερβιρισμένα τέλεια. Τι ποτηράκια, τι πιατάκια και τι τραπεζάκια! Με τη γοητεία του μάρμαρου και του μέταλλου. Το μόνο ενοχλητικό ήταν η μουσική από τον διπλανό Ιππόκαμπο που εννοούσε να "σκεπάζει" μουσικά όλα τα άλλα μαγαζιά.
Η καλύτερη ώρα για "Τα τραπεζάκια έξω" είναι το ηλιοβασίλεμα. Με θέα το κάστρο και τον ορίζοντα που παίρνει εκείνη την ώρα απίθανα χρώματα. Τις νύχτες με φεγγάρι υπάρχει ακόμη μεγαλύτερη γοητεία στο χώρο. Κι αν τύχουν και διάφορα σκάφη αραγμένα, χάνεσαι σε άλλους κόσμους.
Η επόμενη στάση μας, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ήταν το Αρχιπέλαγος, το γλυκατζίδικο. Δεν υπάρχει άνθρωπος που πήγε Αστυπάλαια και δεν πέρασε από δω. Να το θυμάστε. Η θέα στο φωτισμένο κάστρο δεν είναι το μοναδικό προσόν του χώρου. Τα γλυκά που σερβίρει είναι το πιο δυνατό του σημείο. Και η μουσική τέλεια. Και ο χώρος με φυτά και δέντρα. Τώρα ανήκει στην Κάλι. Εμείς όμως κάθε φορά που θα πάμε, θυμόμαστε την Εύα που τον πρωτοξεκίνησε. Και μας λείπει. Μάθαμε πως έφυγε για Γερμανία και στενοχωρηθήκαμε. Όπου κι αν είναι, να περνά καλά.
Κι εδώ είναι το Πανόραμα. Το θρυλικό Πανόραμα. Το καλύτερο νυχτερινό στέκι στην Αστυπάλαια για διασκέδαση μέχρι πρωίας. Κυριολεκτικά μέχρι πρωίας. Μην πάτε νωρίς. Το μαγαζί είναι άφτερ, που έλεγε και η Ρούλα. Πολύ άφτερ. Ακόμη και μετά τις τρεις το είδαμε να γεμίζει ένα βράδυ. Η κορύφωση του γλεντιού είναι γύρω στις τέσσερις. Και η αναχώρηση των τελευταίων γύρω στις έξι με την ανατολή. Φυσικά ο χώρος είναι ένα ακόμη σημείο που προσφέρει καταπληκτική θέα στο κάστρο. Αυτό που φέτος μας έλειψε ήταν το Κατώραμα. Και ιδιαίτερα στους ερωτευμένους της παρέας...
Άλλο στέκι αγαπημένο και ταυτόχρονα σήμα κατατεθέν της Αστυπαλιάς, είναι Του Μουγκού. Σήμερα οι πιο πολλοί το λένε του Νικόλα. Για μας που μετράμε πάνω από είκοσι χρόνια στο νησί, είναι και θα παραμείνει του Μουγκού. Τελεία και παύλα.
Το μαγαζί λειτουργεί από πολύ πρωί μέχρι αργά τη νύχτα. Ίσως κάποιες φορές να μην κλείνει και καθόλου. Ανάλογα τα κέφια της βραδινής παρέας. Και παρέα εδώ είναι όλοι οι θαμώνες όταν απροσδιόριστα και απρογραμμάτιστα ανεβαίνει το θερμόμετρο του κεφιού κι αρχίζει γλέντι αυθεντικό με λαϊκά και νησιώτικα. Το πότε είναι αδύνατον να το μαντέψεις. Απλά είσαι τυχερός αν τύχεις εκεί την κατάλληλη ώρα.
Ακόμα και τη φωτογραφία του Καραμανλή ανέχεσαι τέτοιες στιγμές. Γιατί έτσι δυστυχώς είναι ο λαός μας. Και τον αγαπάμε με τα ελαττώματά του. Χωρίζει τα καφενεία της επαρχίας σε γαλάζια και πράσινα μέσα σε μια ποδοσφαιρική λογική που τυφλώνει το πολιτικό κριτήριο και οδηγεί τον τόπο από το κακό στο χειρότερο. Κι εμείς, οι εκπαιδευτικοί, νιώθουμε βαριά την ευθύνη αυτής της κατάστασης, που τούτος ο λαός έπλασε κάποτε το τέλειο πολίτευμα, τη δημοκρατία, και σήμερα έχει εγκλωβιστεί στα λόγια τα παχιά των πολιτικάντηδων και ψηφίζει με κριτήριο το ρουσφέτι και την ... οικογενειακή παράδοση!!! Και του Μουγκού είναι ένα τέτοιο παραδοσιακό καφενείο με δηλωμένη πολιτική προτίμηση όσο και αν οι θαμώνες του είναι όλων των πολιτικών αποχρώσεων...
Αφήσαμε για το τέλος την Ελένη. Την Ελένη μας. Την πιστή φίλη της Αστυπάλαιας, την Τσαλιγοπούλου, που κάθε καλοκαίρι κατεβαίνει στο νησί και κάθε καλοκαίρι φροντίζει στα πλαίσια του τοπικού πολιτιστικού φεστιβάλ να μας προσφέρει μαγικές στιγμές.
Γιατί η μικρή Αστυπάλαια, η άγνωστη στους πολλούς, έχει βαθιές ρίζες στον πολιτισμό. Και στον παραδοσιακό και στο σύγχρονο. Όρεξη να έχεις να γυρνάς και να ψάχνεις και μάτια να βλέπεις και αυτιά να ακούς. Και να μη χορταίνεις. Με τις πνοές του ανέμου απρόσμενα σε αγγίζουν τα μυστικά της ρεύματα και αναταράζεσαι και μένεις έκπληκτος. Αλλά και πικραινόμενος εν εαυτώ πολλάκις βλέποντας άλλες φορές τον ανθό του νησιού να αδιαφορεί για το πολύτιμο ορυχείο της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου τους, αδηφάγα να ξεσηκώνουν συνήθια και συμπεριφορές του κάθε "βάρβαρου" τουρίστα. Να τα λέμε κι αυτά. Να μην εξωραΐζουμε την κατάσταση.
Και ένα τέτοιο σκηνικό αντικρίσαμε φέτος στους Μύλους. Που μέσα στα τρία χρόνια που απουσιάσαμε από το νησί, έχασαν κάθε τι το γνήσιο και αυθεντικό και μετατράπηκαν σε ένα νυφοπάζαρο της κακιάς ώρας. Και που δε θυμίζει σε τίποτα την Αστυπαλιά που αγαπήσαμε. Κάτι σε Πασαλιμάνι φέρνει και σε Ψυρρή και σε ό,τι άλλο πλαστικό τρόπο διασκέδασης. Πάει το μαγαζάκι του Λέμη με τα όμορφα χειροποίητα αναμνηστικά. Και το παλιό σούπερ μάρκετ του Ντακορού έγινε μεζεδοπωλείο. Με όνομα Αγέρι... Μάλιστα. Δίπλα στο παλιό στέκι που λέγεται Μελτέμι. Μα τέλειωσαν τα ονόματα; Και δε φτάνει η επιλογή στο όνομα. Έχει και τη μουσική στη διαπασών. Σαν τον Ιππόκαμπο στο Λιβάδι. Να κάθεσαι σε άλλο μαγαζί και να ακούς θες δε θες τη μουσική από το Αγέρι. Όσο για το στέκι της Βαρβάρας... αυτό και αν μεταλλάχτηκε. Πρώτον δε θα βρείτε εκεί πια τη Βαρβάρα. Δεύτερον, χωρίστηκε στη μέση και απέκτησε ψησταριά. Περπατάς τώρα στους Μύλους και σου έρχεται η τσίκνα από τη χοιρινή και τη μοσχαρίσια. Μια χαρά... και δυο τρομάρες.
Και λαός. Μπούγιο. Το πατείς με πατώ σε. Να μη βρίσκεις ούτε καρέκλα άδεια. Κι αν τη βρεις, θα είναι στριμωγμένη σαν να είσαι στα μπουζούκια. Βασιλιάς το κέρδος. Τίποτε άλλο.
Κρίμα και την αναπαλαίωση των Μύλων. Τα όμορφα πεζούλια τους κατάντησαν χώρος συνάθροισης εφήβων που συναγωνίζονται ποιος έχει το καλύτερο κινητό και έχουν όλοι - αγόρια και κορίτσια - το ίδιο θλιβερό όνομα με τα τρία άλφα της σύγχρονης υποκουλτούρας μας. Γιατί;
Συζητήσαμε το παράπονό μας και με το φιλόλογο του νησιού. Με την ελπίδα κάτι να κάνει και να σταματήσει αυτή η ιδιότυπη δυσφήμιση του τόπου. Και η αθέλητη, είμαστε βέβαιοι. Χρειάζεται απλώς κάποιος να δείξει ευαισθησία και να δώσει διεξόδους σε τούτα τα παιδιά. Να καταλάβουν πως δεν έχουν σε τίποτα να ζηλέψουν τον κάθε άθλιο λετσοτουρίστα που φτάνει στο νησί τους. Αντίθετα έχουμε να ζηλέψουμε εμείς. Και να μάθουμε. Και να ακολουθήσουμε.
Εγώ, η Διώνη...
Αναδημοσίευση από το ΜΠΑΛΑΟΥΡΟ.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Αρκετές φωτογραφίες προβάλλονται μεγαλύτερες αν κάνετε πάνω τους κλικ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου