Μάη μ' Μάη μ' χρυσομάη μ'
τι μας άργησες
και δε φάνηκες,
να μας φέρης τα λουλούδια
και την άνοιξη;
Με τέτοια τραγούδια κάποτε καρτερούσαν οι άνθρωποι το Μάη, το μήνα των λουλουδιών και της ... μαγείας, καθώς η συνήχηση του ονόματος - μάγια, μαγιάτικος - φούντωνε τις προλήψεις και τις λαϊκές δοξασίες. Γι' αυτό και πλήθος τα έθιμα για την υποδοχή του "μαγικού" μήνα Μάη. Σας μεταφέρουμε ορισμένα από τα πιο ενδιαφέροντα που εντοπίσαμε στο βιβλίο του λαογράφου Γεωργίου Μέγα, "Ελληνικές Γιορτές και Έθιμα της Λαϊκής Λατρείας", Εκδόσεις Εστία.
Στην Πάργα:
Από το πρωί της Πρωτομαγιάς τα παιδιά εγύριζαν τα σπίτια και τραγουδούσαν το τραγούδι του Μαΐου στεφανωμένα με λουλούδια και κρατώντας στα χέρια τους μεγάλους κλώνους πορτοκαλιάς ή νεραντζιάς, γεμάτους άνθη. Ετραγουδούσαν:
Εμπήκε ο Μάης, εμπήκε ο Μάης, εμπήκε ο Μάης ο μήνας,
ο Μάης με τα τριαντάφυλλα κι ο Απρίλης με τα ρόδα.
Μάη μου, Μάη δροσερέ κι Απρίλη λουλουδάτε...
Το Μαγιόξυλο
Στην Κέρκυρα περιφέρουν τη μέρα αυτή κορμό τρυφερού κυπαρισσιού, ίσιου και φουντωτού. Τον έχουν σκεπασμένο με κίτρινες μαργαρίτες και άλλα άνθη, του κρεμούνε κι ένα στεφάνι. Από τα χλωρά κλαδιά του δένουν μεταξωτά μαντίλια, ζωνάρια και κορδέλες. Από το στεφάνι τέλος κρεμάνε φρούτα (μούσμουλα κλπ) και χορταρικά πρώιμα.
Με το μαγιόξυλο αυτό οι νέοι εργάτες, ντυμένοι γιορτινά με κατάσπρα παντελόνια και πουκάμισα, με κόκκινα ζουνάρια και κόκκινα μαντήλια στο λαιμό, γύριζαν την πόλη, τραγουδώντας το Μάη, με τη συνοδεία ενός ντεφιού κ' ενός ατσαλένιου τριγώνου.
Το Μαγιόπουλο
Αλλού, όπως στον άγιο Λαυρέντιο του Βόλου, ο Μάης ενσαρκώνεται στο Μαγιόπουλο, ένα παιδί στολισμένο με λουλούδια. Χορός από προσωπιδοφόρους το συνοδεύουν τραγουδώντας τα Μαγιάπριλα τραγούδια τους στους δρόμους του χωριού, ενώ χορεύει το Μαγιόπουλο.
Στη Ναύπακτο το Μαγιόπουλο το συντροφεύουν γέροι φουστανελάδες βαστώντας στο ένα χέρι κουδούνια στολισμένα με ανθισμένη ιτιά. Στη μέση το παιδί φορώντας στεφάνια από μαργαρίτες κίτρινες στο κεφάλι, στο λαιμό, στα χέρια, σ' όλο το κορμί, χορεύει, ενώ οι ημίχοροι των γέρων βροντάνε ρυθμικά με τη σειρά τους, τα χοντρά κουδούνια και λένε τραγούδια.
Στην Αγόριανη "χόρευεν ο Μάης κι ο κόσμος τον φίλευε μπαμπάκι κι αυγά, σιτάρι και λεφτά. Κι οι τσοπάνηδες ένα ποκάρι μαλλί." Στο Κεφαλόβρυσο "πολλοί εγίνοντο άλλοτε Μάηδες, δηλαδή γέμιζαν πρόσωπο, κεφάλι και κορμί με μαγιάτικα λουλούδια. Κρατώντας κ' ένα κουδούνι στο χέρι και τραγουδώντας το Μάη γύριζαν μαγαζιά και σπίτια και χόρευαν το Μάη. Και τώρα ακόμα την παραμονή της Πρωτομαγιάς και τη νύχτα γλεντάνε παιδιά και γεροντότεροι. Κρατούν βάγιες (κλάδους) από καρυά, χτυπούν κουδούνια τραγουδώντας το Μάη.
Η φωτογραφία είναι από την Πρωτομαγιά στη Νίσυρο, το 2007 και το blog Tera Amou
Η Πιπεριά
Το έθιμο το βρίσκουμε και στο Ξηροχώρι της Εύβοιας, συνδυασμένο με την παράκληση για τη βροχή. Εκεί ένας χωρικός ντυμένος σ' όλο του το σώμα με λουλούδια και με κλαδιά ελιάς, καρυδιάς και άλλων δέντρων, λέγεται Πιπεριά. Στο κεφάλι του έχει στεφάνι από λουλούδια και στο στήθος του ένα μεγάλο κουδούνι κρεμασμένο. Άλλοι πέντε ή έξι άντρες τον συνοδεύουν, καθώς γυρίζει από σπίτι σε σπίτι, και τραγουδούν, ενώ αυτός χορεύει:
Πιπεριά, γλυκιά ροϊδιά,
γλήγορα στον Αηλιά,
κι Αηλιάς στον ουρανό
για να βρέξει ο Θιος νερό
για τα στάρια, για τα κθάρια,
για τ' φτωχού τα παρασπόρια.
Κάθε στάχυ και πινάκι
και χερόβολο δεμάτι.
Γούρνες, γούρνες το κρασί,
αυλάκι' αυλάκια το νερό.
Πιπερός με το τσαπί
να στομώση το νερό.
Λέγοντας τους δύο τελευταίους στίχους, ένας από τη συντροφιά που ονομάζεται Πιπερός και έχει κι αυτός λουλούδια στο κεφάλι και κρατάει στα χέρια ένα τσαπί, αρχίζει να σκάβει ελαφρά τη γη, όσο να τελειώσει η επωδός. Εννοείται πως η Πιπεριά, που παριστάνει τη δύναμη της βλάστησης, βρέχεται από κάθε σπίτι με νερό, για να εξασφαλίσει τη βροχή που χρειάζεται η γη του Ξηροχωρίου και της πολυδίψαστης Ελλάδας για τη βλάστηση των φυτών.
Αλλά και άλλες μιμικές πράξεις περιλαμβάνουν τα έθιμα της Πρωτομαγιάς, που αποβλέπουν πιο άμεσα και πιο παραστατικά στην αναγέννηση της φύσης, την εξανάστασή της από τη χειμερινή νάρκη. Τις περισσότερες από τις πράξεις αυτές συναντάμε στη Βόρεια Ελλάδα.
Στην Πορταριά (πριν από 80 περίπου χρόνια), την Πρωτομαγιά μετημφιέζοντο πέντε πρόσωπα: το κορίτσι, ο γιανίτσαρος, όλο άρματα και ασήμι, ο γιατρός με ψηλό φράγκικο καπέλλο, και δύο άλλα πρόσωπα. Πηγαίναν εν πομπή ανά το χωρίον και στην πλατεία άρχιζεν η παράστασις. Ο γιανίτσαρος εδοκίμαζε να κλέψη το κορίτσι. Το κορίτσι από την τρομάρα του πέφτει λιγωμένο. Ακολουθούν μοιρολόγια και κοπετοί. Ο γιατρός ανασταίνει την κοπέλλα. Ακολουθούν χοροί, τραγούδια και χαρές.
Ο Ζαφείρης
Η παράσταση αυτή, δηλαδή η έκθεση του νεκρού κι η ανάστασή του, συνηθίζεται ακόμη, μ' ολότελα αρχαιότερη μορφή, στο Ζαγόρι της Ηπείρου. Εκεί, την Πρωτομαγιά (αλλά και όλη την άνοιξη), τα κορίτσια του χωριού, που βγαίνουν και βόσκουν τ' αρνάκια στα γρασίδια, παίζουν το Ζαφείρη.
Ένα παιδί - να πούμε το Μαγιόπουλο - κάνει τον πεθαμένο. Ξαπλώνεται απάνω στο χλωρό χορτάρι και τα κορίτσια τον στολίζουνε με άνθη και πράσινα κλαδιά. Ύστερα κάθονται τριγύρω και αρχίζουν το θρήνο και τον οδυρμό (τον κομμό, όπως λένε):
Για ιδέστε νιο που ξάπλωσα, για ιδέστε κυπαρίσσι!
Δε σειέται, δε λυΐζεται, δε σέρν' τη λεβεντιά του.
Ποιος σόκοψε τις ρίζες σου και στέγνωσ' η κορφή σου;
Τι μόκαμες, λεβέντη μου, τι μόκαμες, ψυχή μου!
Μήνα 'ναι και χινόπωρος, μήνα 'ναι και χειμώνας;
Τώρα ν έρθεν η άνοιξη ν έρθεν το καλοκαίρι,
παίρνουν κι ανθίζουν τα κλαδιά κ' οι κάμποι λουλουδίζουν,
έρθαν πουλιά της άνοιξης, έρθαν τα χελιδόνια,
για κ' η μεγάλη Πασκαλιά με το Χριστόν Ανέστη,
που ντυούνται νιοι στα κόκκινα, γερόντοι στα μουρέλια,
κ' εσύ, μωρέ λεβέντη μου, μέσα στη γη τη μαύρη,
πού να σειστής, να λυϊστής, να σύρς τη λεβεντιά σου;
Ξεσφάλισε τα μάτια σου!
Έπειτα φωνάζουν: Σήκου, Ζαφείρη, σήκου! και ο Ζαφείρης ξεπετιέται και τρέχουν όλοι τραγουδώντας στα χωράφια.
Το ίδιο έθιμο, με το όνομα Φουσκοδέντρι, τελείται την 1η Μαΐου (ή και όλη την άνοιξη) με τα ίδια τελετουργικά στοιχεία στην Καστανιά Στυμφαλίας. Παραθέτω περιγραφή του που ανακοινώθηκε από την κυρία Κ. Κακούρη, που παρακολούθησε την τελετή το 1951.
Όμιλος νέων εκλέγει τον πρωταγωνιστήν, νέον ή κόρην, για να υποδυθεί το νεκρόν και νεκροανασταινόμενον Φουσκοδέντρι. Εις ανοικτόν χώρον, κάτωθεν μεγάλων δέντρων, συγκεντρώνουν άνθη του αγρού, κλάδους δέντρων, φιδόχορτα, τέλος λίθους, δι' ων σχηματίζουν βάσιν τύμβου νεκρικού, ύψους 30 περίπου εκ. Εντός αυτού κατακλίνεται το Φουσκοδέντρι και υποκρίνεται τον νεκρόν. Αι νεάνιδες το ανθοστολίζουν, τοποθετούν στεφάνι εις την κεφαλήν του, φιδόχορτα ως λαμπάδας και μοιρολογούν. Τέλος το Φουσκοδέντρι ανασταίνεται. Μετά την ανάστασιν οι θρηνωδοί αρχίζουν πέριξ του κενού μνήματος χαρωπόν κύκλιον χορόν, με κορυφαίον το νεκροαναστηθέν και ανθοστεφανωμένον Φουσκοδέντρι, εκ δε των ανθέων του νεκροστολισμού πλέκουν μαγιοστέφανα. Σήμερον το δρώμενον τελείται την άνοιξιν, όταν έχουν και εάν έχουν διάθεσιν οι νέοι να διασκεδάσουν. Προ 30 όμως ετών ετελείτο μόνον την 1η Μαΐου εις τα βοσκοτόπια. Εκεί οι Καστανιώται έπλεκαν τα μαγιοστέφανά των εκ των ανθέων του νεκροστολισμού και επίστευον ότι, "όπως το Φουσκοδέντρι, έτσι θ' αναστηθή μες στα κλαδιά η φουσκοδεντριά."
Το έθιμο έχει την αρχή του στα Αδώνια* των αρχαίων που, όπως είπαμε πιο πάνω (σελ. 197), τελούνταν ομοίως την άνοιξη και συμβόλιζαν την ανάσταση της φύσης. Και όμοια είναι, όπως θα δούμε, τα σχετικά με τον "Κάνναβο", που τελούνται κατά τη Μεσοπεντηκοστή σ' ένα άλλο άκρο του Ελληνισμού, την Άνω Αμισό.
Πλήθος άλλο εθίμων της Πρωτομαγιάς ξεκινούν από την αντίληψη, ότι όλα ο Μάιος τα κάνει νέα. Μια νέα ζωή αρχίζει με την Πρωτομαγιά για τον άνθρωπο, όπως και για τη φύση. Γι' αυτό και σε πολλά μέρη όλα μέσα στο σπίτι πρέπει να ανανεωθούν. Πχ., στα Άγραφα, την Πρωτομαγιά αδειάζουν από το βράδυ τ' αγγειά. Δεν αφήνουν στάλα νερό μέσα. Το πρωί, νύχτα, παίρνουν τα κορίτσια τις στάμνες και πάνε στη βρύση, την αλείφουν με βούτυρο, τη στολίζουν με λουλούδια, παίρνουν νερό και το φέρνουν στο σπίτι. Με το νερό βρέχουν τις καρδάρες, τα μποτινέλια (κάδους), όπου κοπανούν το γάλα, και τα πρόβατα στο μαντρί. Βάζουν μικρά παιδιά να το κάνουν αυτό, που είναι καθαρά.
________________
* Για τα Αδώνια ο Γεώργιος Μέγας σημειώνει τα εξής:
Όπως είναι γνωστό, στη γιορτή του Άδωνη οι γυναίκες, ντυμένες πένθιμα, τοποθετούσαν επάνω σε νεκροκρέβατο κέρινα ομοιώματα του Άδωνη, τα "είδωλα", γύρω από τα οποία έβαζαν άνθη και τους λεγόμενους "κήπους", δηλαδή γλάστρες όπου είχαν φυτέψει μάραθα ή άλλα φυτά που γρήγορα μαραίνονται, αλλά και γρήγορα ξανανθίζουν, για να συμβολίσουν την πρόωρα μαραμένη νεότητα του Άδωνη, δηλαδή τη γρηγοροδιάβατη ακμή της άνοιξης, την οποία εκπροσωπούσε ο Άδωνης.
Ο Γεώργιος Μέγας μας πληροφορεί ότι παρόμοιο έθιμο αναβιώνει σήμερα στις Σέρρες κατά την περιφορά του Επιταφίου. Οι Σερραίες τοποθετούν εικόνα του Εσταυρωμένου ανάμεσα σε άνθη, αναμμένα κεριά και θυμιάματα. Δίπλα τοποθετούν ένα πιάτο φακής ή κριθαριού, την οποία έχουν φυτέψει, γι' αυτόν το σκοπό, κάποια μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής. Το έθιμο αυτό, σημειώνει ο Γεώργιος Μέγας, συναντάται και σε άλλες περιοχές της Ανατολικής Μακεδονίας και θυμίζει τους κήπους του Αδώνιδος.