Βασίλης Γκουρογιάννης: "Κόκκινο στην Πράσινη Γραμμή"


Όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο του Βασίλη Γκουρογιάννη, ομολογώ ότι δεν το πρόσεξα. Η πρώτη μου επαφή είχε αφορμή το διαγωνισμό για το βραβείο αναγνωστών του ΕΚΕΒΙ, στα μέσα περίπου του Νοέμβρη. Τότε και μόνο και θέλοντας να παρουσιάσω τα διαγωνιζόμενα βιβλία, εντόπισα ότι επιτέλους είχε γραφτεί από Ελλαδίτη βιβλίο για το Κυπριακό.

Συγκινήθηκα. Με την Κύπρο με δένει σχέση βαθιά. Την έχω επισκεφθεί τρεις φορές, τις δύο για να λάβω μέρος σε συνέδρια της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας και την άλλη για να επιμορφωθώ στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου για διάστημα εννέα μηνών.

Ταυτόχρονα όμως ανακάλυψα πως ο συγγραφέας είναι συντοπίτης μου, γεννημένος στη Γρανίτσα Ιωαννίνων, το 1951. Άρα και της ίδιας περίπου γενιάς... Και πρέπει επίσης να αναφέρω πως στην πορεία έμαθα ότι το Γκουρογιάννης ήταν το σόι εκ μητρός της γιαγιάς μου, με καταγωγή επίσης από τη Γρανίτσα.

Κι ενώ δεχόμουν τη μία έκπληξη μετά την άλλη, ήρθε και ένα βίαιο γεγονός, η επίθεση ακροδεξιών κουκουλοφόρων κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου, στη Στοά του Βιβλίου.

Είχα πλέον πολλούς λόγους να σπεύσω να αγοράσω το βιβλίο και να βυθιστώ στη μελέτη του. Ομολογώ ότι δεν κατάφερα να το διαβάσω σε μια μέρα, όπως συνηθίζω ακόμη και όταν πρόκειται για βιβλία με πολλές σελίδες. Κι ο λόγος ήταν ο αφόρητος πόνος. Πόνος που με έκανε να το αφήνω για ώρες στην άκρη μέχρι να συνέρθω και να μπορέσω να πάω παρακάτω.

Χτες βράδυ κατάφερα επιτέλους να το τελειώσω. Κι αισθάνομαι όχι μόνο σε θέση αλλά και υποχρεωμένη να μιλήσω για το βιβλίο αυτό. Και όχι για την όποια μακρινή συγγένεια με δένει με το συγγραφέα. Αυτό είναι το λιγότερο, άσχετο αν το ανέφερα για λόγους δεοντολογίας.

Η υποχρέωση ξεκινά από τη σχέση μου με την Κύπρο. Την έχω ζήσει και έχω πονέσει βαθύτατα για όσα εκεί συνέβησαν και συνεχίζουν να συμβαίνουν. Κι άλλο τόσο έχω πονέσει και οργιστεί με όσα εδώ στην Ελλάδα λένε για την Κύπρο. Αλλά και από όσα άθλια δημοσιεύματα κυκλοφορούν για το βιβλίο του Γκουρογιάννη στο ελληνικό διαδίκτυο:

http://hellenicrevenge.blogspot.com/2009/10/blog-post_4217.html

Αυτό είναι μόνο ένα μικρό δείγμα. Άρθρο που δίνει ερμηνεία και στα έκτροπα που σημειώθηκαν κατά την παρουσίαση του βιβλίου. Τόσο εκείνοι που το ανάρτησαν στο διαδίκτυο όσο και οι άλλοι που όρμησαν στη Στοά Βιβλίου με κουκούλες, έχουν την πεποίθηση πως ο Γκουρογιάννης είναι ανθέλληνας.

Η ουσία (για μένα) δεν είναι να καταδικάσω την όποια πεποίθηση έχουν, αλλά να υποστηρίξω ως Ελλαδίτισσα που έζησα στην Κύπρο την αλήθεια που γνωρίζω. Και η αλήθεια αυτή, είτε αρέσει σε κάποιους είτε όχι, ταυτίζεται με την αλήθεια που κατέθεσε ο Γκουρογιάννης. Δυστυχώς, όσο και να μας πονάει αυτή η αλήθεια.

Πριν προχωρήσω είναι θαρρώ σκόπιμο να παραπέμψω και στις δηλώσεις του ίδιου του συγγραφέα:

http://www.enet.gr/?i=news.el.article&id=66775

Ώστε πρώτος εκείνος να εξηγήσει τα του βιβλίου του. Ποιες ήταν οι πηγές του, γιατί έγραψε αυτό το βιβλίο, τι απαντά σε όσους τον πολεμούν.

Θα παραπέμψω επίσης εδώ:

http://www.diavasame.gr/book.cfm?itemID=473

σε μια επώνυμη κριτική, όπου μπορείτε να διαβάσετε και τις πρώτες σελίδες του μυθιστορήματος:

http://www.diavasame.gr/flippingBook.cfm?itemID=473

διότι κι αυτό έχει το νόημά του. Να διαπιστώσετε δηλαδή ιδίοις όμμασι το ύφος του συγγραφέα. Έστω και αν με τις πρώτες σελίδες είναι αδύνατον να αποκτήσετε σαφή αντίληψη του ύφους του στο υπόλοιπο βιβλίο. Μάλιστα οφείλω να καταθέσω την προσωπική μου γνώμη ότι οι πρώτες σελίδες του βιβλίου είναι σημαντικά κατώτερες από εκείνες που θα διαβάσει κανείς από τη μέση του βιβλίου και μετά.

Ειδικά από το δέκατο κεφάλαιο και μετά, σελίδα 191, ένιωσα το συγγραφέα να με απογειώνει. Ως εκεί, ως το κεφάλαιο 10, ναι μεν διάβαζα περιγραφές που με έβρισκαν σύμφωνη, δεν είχα όμως ακόμη συναντήσει εκείνα τα ιδιαίτερα στοιχεία που ένας απαιτητικός αναγνώστης σαν και μένα αναζητεί στα βιβλία λογοτεχνίας.

Δεν παριστάνω τη σπουδαία, τονίζω μόνο ότι αρκετά βιβλία έμειναν κατά καιρούς μισοτελειωμένα στη βιβλιοθήκη μου καθώς δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν τα προσωπικά μου στάνταρ. Ή, άλλα που αναγκάστηκα να τα διαβάσω ως το τέλος, τόλμησα και δημόσια να τα επικρίνω δριμύτατα. Ειλικρινά δε θα έκανα εξαίρεση για το βιβλίο του Γκουρογιάννη έστω και αν κάποια ελάχιστα κοινά γονίδια μας ενώνουν. Το αντίθετο μάλιστα.

Μέχρι λοιπόν τη σελίδα 191, σε αρκετά σημεία επικρότησα με το μολυβάκι μου τα γραφόμενα του Γκουρογιάννη. Και συγκινήθηκα διαβάζοντας για τόπους που περπάτησα και βιώματα που κι εγώ αποκόμισα στην Κύπρο. Δεν ένιωσα όμως ως εκεί το κάτι άλλο, αυτό που το καλό μυθιστόρημα καταφέρνει και μόνο: Να σε συγκλονίσει και να σε παρασύρει έξω από την όποια πραγματικότητα ζεις. Να σε μεταφέρει στο δικό του κλίμα και να σε εγκλωβίσει στο θέμα του.

Στο κεφάλαιο 10 πρωταγωνιστεί ο Οικονομάκος. Ο μανιάτης καταδρομέας. Ξεκορμίζει από την υπόλοιπη συντροφιά, και παίρνει νύχτα τους δρόμους της Λευκωσίας. Φτάνει στην πασίγνωστη οδό Λήδρας. Στο σημείο αναφοράς, όπως λέει ο Γκουρογιάννης, στο αντίστοιχο της δικής μας Ομόνοιας. Φτάνει ως το σημείο που η Λήδρας διακόπτεται. Ως το στρατιωτικό φυλάκιο. Και εκεί συναντά ένα παιδάκι - φρουρό. Τι εύστοχη περιγραφή... για τους σημερινούς νέους της Κύπρου που φυλάνε σκοπιά σε σημεία που κάποτε τα έβαψε το αίμα. Το κόκκινο αίμα. Είναι το σημείο της πράσινης γραμμής. Το ίδιο σημείο που χάρισε και τον τίτλο στο βιβλίο, και με τον ίδιο κόκκινο "λεκέ".

Τον καιρό που σπούδαζα στη Λευκωσία, 1994 - 1995, τα σύνορα δεν ήταν ακόμη ανοιχτά όπως σήμερα. Κι όμως η τύχη με έφερε να περπατήσω πέρα από την πράσινη γραμμή, μέσα στη νεκρή ζώνη. Εμπειρία που χαράχτηκε ανεξίτηλα στα κύτταρά μου και που με συντρόφευε διαρκώς στις σελίδες του Γκουρογιάννη. Και με το όπλο παρά πόδας. Αν στο τόσο, στο ελάχιστο, θα τον έπιανα ψεύτη, δε θα δίσταζα να πυροβολήσω. Όμως, το ξαναλέω, ο Γκουρογιάννης είπε την αλήθεια.

Θα πρέπει πραγματικά να κοπίασε πολύ για να γράψει αυτό το βιβλίο. Και να ταλανίστηκε αφόρητα μέχρι να αφήσει τις λέξεις στο χαρτί. Γιατί δεν αφήνεις εύκολα, Ελλαδίτης εσύ, λέξεις σαν αυτές που λέει ο Οικονομάκος, να τυπωθούν επίσημα:

"Ρε κωλοκύπριοι, εσείς χαλάσατε απ' άκρη σ' άκρη", φωνάζει ο μανιάτης καταδρομέας μέσα στο βιβλίο. Κι όποιος το ίδιο αναγκάστηκε να κάνει κάποια στιγμή εκεί κάτω, νιώθει να φιδοζώνεται.

"Βρε πουστοκαλαμαρά, ζητάς και ρέστα; Εσείς μας φέρατε τους Τούρκους. Παλιοχουντάρες!" έρχεται η απάντηση και παρότι πρόκειται για μυθιστόρημα, εσύ που έζησες εκεί κάτω, σηκώνεις το χέρι σου να μαζέψεις τη φριχτή ροχάλα του αδερφού Κύπριου. Εσύ ξέρεις. Πως τέτοιες κουβέντες έχουν αληθινά ακουστεί. Όπως και όλος ο υπόλοιπος διάλογος που ακολουθεί στο βιβλίο.

Διάλογοι ανάμεσα σε αδέρφια, ανάμεσα σε έλληνες. Γι' αυτό πονάς. Και σκίζεσαι κομμάτια.

Αυτή είναι η πρώτη γερή γροθιά στο στομάχι. Κι έπειτα το γρονθοκόπημα του Γκουρογιάννη συνεχίζεται αμείωτο. Ο Οικονομάκος κατευθύνεται στη Μακεδονίτισσα. Ξέρεις, καλαμαρά μου, τι είναι η Μακεδονίτισσα; Σε μακαρίζω αν δεν ξέρεις. Να πατήσεις όμως εδώ:

http://athkeiaseros.pblogs.gr/tags/makedonitissa-gr.html

Γιατί δεν έχεις δικαίωμα να μην ξέρεις την ιστορία σου. Να μάθεις επιτέλους πως σκοτώθηκαν οι καλαμαράδες που σήμερα οι τάφοι τους βρίσκονται στη Μακεδονίτισσα. Και από ποιον. Από τους αδελφούς Κυπρίους.

Αυτούς όμως τους νεκρούς, όσο κι αν μας σοκάρει ο τρόπος που πέθαναν, ο Γκουρογιάννης φροντίζει στο βιβλίο του να αποδείξει πως δεν είναι άτυχοι νεκροί μα τυχεροί. Τυχεροί ως προς τους υπόλοιπους, Ελλαδίτες και Ελληνοκυπρίους. Ακόμη και Τουρκοκυπρίους. Αλλά και τους Τούρκους που στάλθηκαν τότε να υλοποιήσουν τον Αττίλα.

Το βιβλίο του Γκουρογιάννη δεν είναι υποκατάστατο βιβλίου ιστορίας, όχι τουλάχιστον σαν τα υπόλοιπα βιβλία ιστορίας που γνωρίζουμε. Αν και στις σελίδες του κάνει πυκνές αναφορές σε εκείνο το βιβλίο ιστορίας της Στ' δημοτικού που ξεσήκωσε μίση και πάθη πριν από λίγα χρόνια.

Υποτίθεται από το μύθο που πλέκει ότι στόχος είναι να γραφτεί μιάμιση ακόμη γραμμή στο βιβλίο ιστορίας των παιδιών μας. Να ειπωθεί πλέον επίσημα ότι εκεί κάτω πολέμησαν και οι Ελλαδίτες. Όμως η προσεκτική ανάγνωση αποκαλύπτει τον βαθύτερο ακόμη προβληματισμό του συγγραφέα. Δεν είναι μόνο η μιάμιση γραμμή που απουσιάζει. Είναι περισσότερο σημαντικό τι λένε οι άλλες γραμμές της ιστορίας. Πώς γράφεται η ιστορία.

Κι εδώ θα ξεχωρίσω το κεφάλαιο 12. Σελίδες 221 - 223. Φαινομενικά άσχετες με τα υπόλοιπα που έχεις διαβάσει ως εκεί. Και όμως εκεί κρύβεται το κλειδί της ανάγνωσης ολόκληρου του βιβλίου. Από κει μάλιστα και μετά θες δε θες μπαίνεις στην ιστορία και γίνεσαι ένα με όσα διαβάζεις. Ακόμη κι εσύ που μέχρι σήμερα δεν ήξερες τίποτε για την Κύπρο. Ο Γκουρογιάννης έχει καταφέρει πια να σε αδειάσει και σένα με το "οικοδομικό του καρότσι" μέσα στην κολυμπήθρα...

Και τι κολυμπήθρα!

"... είναι μια παλαίστρα με σκατά. Όσες αρωματικές δάφνες κι αν στρώσεις αποπάνω, η σκατίλα δε φεύγει. Την έχεις για πάντα στα ρουθούνια." (σελ. 270 )

Αντέχεις τη σκατίλα; Τότε να τολμήσεις να διαβάσεις το βιβλίο. Αλλιώς άστο... Στο λέω για να μην παρασυρθείς από το κόκκινο. Η ουσία είναι στο πράσινο. Στο σκατουλί... Στην αηδία για τις μαλακίες που έγιναν στην Κύπρο. Κι όχι στους θανάτους και τους τραυματισμούς.

Είναι αυτό το φοβερό που βίωσαν εκεί κάτω οι Ελδυκάριοι. Οι Ελλαδίτες δηλαδή φαντάροι που μετείχαν στην ΕΛΔΥΚ, την Ελληνική Δύναμη Κύπρου. Κι έγινε το μυαλό τους παγοκολόνα. Και βαθύτατα ψυχαναλυτικά ο Γκουρογιάννης σημειώνει:

"Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι η ψύξη του μυαλού. Είναι η απόψυξη, που κρατάει χρόνια." (σελ. 264 )

Ουσιαστικά το βιβλίο παίζει τούτο το ρόλο. Της αναγκαστικής απόψυξης. Ο συγγραφέας τολμά να βάλει το χέρι του στον καταψύκτη που κλείσαμε εκείνες τις μέρες του καλοκαιριού του 74 και να τις ανασύρει βίαια κάτω από τον καυτό ήλιο της αλήθειας.

Ο κεντρικός του ήρωας είναι ένας επώνυμος δικηγόρος. (Δικηγόρος είναι και ο συγγραφέας.) Πολέμησε κάποτε στην Κύπρο. Τριάντα χρόνια μετά μέσα από συμπτώσεις ( ; ) ξεθάβει όσα έζησε. Όσα ο ίδιος έθαψε στην ψυχή του και δεν κατάφερνε τόσα χρόνια να αντικρίσει κατάματα.

Στη θέση του μπορεί να είναι ο καθένας από μας κι ας μην πολέμησε στην Κύπρο.

Διαβάζοντας τις πρώτες σελίδες δεν αποφεύγεις τα κλισέ στην αξιολόγηση του ήρωα. Σε παρασέρνει έντεχνα (αυτό το καταλαβαίνεις στο τέλος ) ο συγγραφέας να τον περάσεις κι αυτόν έναν ακόμη πικραμένο και μη αναγνωρισμένο βετεράνο του πολέμου στην Κύπρο.

Δε θα σου μαρτυρήσω τι συμβαίνει μετά. Ανίερο να αποκαλύπτεις την εξέλιξη του μύθου. Προετοιμάσου όμως για ανατροπές. Σοκαριστικές ανατροπές. Όταν ο πάγος αρχίσει να λιώνει, ούτε που φαντάζεσαι σε τι θα σε οδηγήσει. Ακόμη και όταν πιστέψεις πως έφτασες στην άκρη και τα είδες όλα. Υπομονή. Φτάσε πρώτα στην τελευταία σελίδα. Ή, για να ακριβολογώ, στην προτελευταία.

Αλλά και όταν τελειώσεις την ανάγνωση, όπως την τελείωσα κι εγώ, θα έχεις κι άλλους δρόμους να βαδίσεις. Γιατί τότε θα αρχίσεις να βλέπεις πίσω από το μύθο και την όποια πορεία των ηρώων του βιβλίου. Και σαν Δροσουλίτες θα αρχίσουν μπρος σου να χορεύουν οι αλληγορίες του Γκουρογιάννη που τις προσπέρασες βιαστικός νομίζοντας πως περιγράφει γεγονότα που αφορούσαν απλά και μόνο τους ήρωες είτε του βιβλίου είτε και τους αληθινούς...

Εκεί, στο τέλος, θα αρχίσει να δουλεύει μέσα σου το βιβλίο σε άλλη πια διάσταση. Ο μύθος θα καταρρεύσει. Όπως προηγουμένως είχαν καταρρεύσει οι όποιοι ρομαντισμοί έτρεφες για το κυπριακό.

Το χτες μεταφέρεται και πάλι στο ιστορικό του βάθος. Κι εσύ προσγειώνεσαι βίαια στο σήμερα. Και βλέπεις. Πίσω από τον ήρωα. Βλέπεις την Κύπρο και την Ελλάδα βλέπεις. Και τους Κύπριους και τους Ελλαδίτες. Γιατί "άλλο Κύπρος, άλλο Κύπριοι, όπως άλλο Ελλάδα, άλλο Έλληνες - τεράστιες διαφορές... " όπως παρατηρεί και ο συγγραφέας (σελ. 408 )

Να η μιάμιση γραμμή της ιστορίας. Με αυτή τη μιάμιση γραμμή ο Γκουρογιάννης τα έχει πει όλα.

Άσχετα αν εμείς άλλα μάθαμε στα σχολεία.

Κι αυτό είναι το πρόβλημα. Να ξεμάθουμε όσα μάθαμε πριν αρχίσουμε να μαθαίνουμε την αληθινή μας ιστορία. Μπορούμε; Όσο μπορούμε να γδάρουμε το δέρμα μας... Μόνο έτσι θα γκρεμίσουμε τα είδωλα. Γιατί τόσα χρόνια που τα προσκυνάμε γίνανε ένα με μας.

Είναι για τούτο που συμβαίνει το ανεξήγητο. Να βλέπουμε μπρος μας την Κύπρο ακρωτηριασμένη αλλά να μην καταλαβαίνουμε πως χωλαίνει. Και ακρωτηριασμένη να στέκει και η Ελλάδα χωρίς την Κύπρο, μα κανείς να μην το αντιλαμβάνεται. (σελ. 405 )

Τόσο πολύ που όταν παρουσιάζεται ένα βιβλίο που τολμά να πει αυτά τα λόγια, να ορμούν μια χούφτα ανεγκέφαλοι και φωνάζοντας "ένωση" να σκίζουν το βιβλίο. Απίστευτο; Και όμως έγινε. Για να επιβεβαιώσει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την αλήθεια που κατέθεσε ο Γκουρογιάννης.

Θα βάλω μια άνω τελεία εδώ. Δεν ξοφλάς εύκολα με τέτοια βιβλία... Όπως δεν ξοφλάς με τους λεκέδες από αίμα. Και με τα κακοφορμισμένα τραύματα. Που συνεχίζουν να αιμορραγούν. Και τραβούν τις μύγες... Με όλο τον κίνδυνο της επιμόλυνσης.

Και ξέρεις. Η επιμόλυνση θα οδηγήσει σε νέο ακρωτηριασμό. Όχι σε ένωση!

Ξέρεις; Σε αφήνει η σημερινή ζωή να ξέρεις; Να βλέπεις;

Χωμένος στις οθόνες, της τιβούλας, του υπολογιστή, του κινητού σου... προλαβαίνεις να δεις τίποτε άλλο;

Ο Γκουρογιάννης τα κατάφερε να δει. Να ανοίξει το φάκελο του παρελθόντος με προσηλωμένο το βλέμμα όχι στο χθες μα στο αύριο. Κι αν μυθιστόρημα έγραψε, φρόντισε στην κάθε του σελίδα του να ακροβολιστεί στο παρόν και το σήμερα της μικρής φτωχής μας πατρίδας. Ακτινογράφησε θεόγυμνη τη ζωή μας. Κι εμάς τους ίδιους. Τσίτσιδους.

Κι όσοι τον διαβάσαμε τρέχουμε και δε φτάνουμε να κρύψουμε τη γύμνια μας...

Γιατί καλά την είχαμε τόσα χρόνια καλύψει σε θάλασσες από ψέματα και φαντασίες και μύθους. Και ιδεοληψίες διάφορες.

Αυτή τη φορά όμως μας τσάκωσαν στο παραπέντε. Πέντε ακριβώς λεπτά πριν βουτήξουμε. Σ' αυτά τα κρίσιμα πέντε λεπτά πριν. Εκεί μας τσάκωσε η πένα του Γκουρογιάννη. Και μας άδειασε...

Κι άντε τώρα ο καθένας να πορευτεί...


______________________________

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφιέρωμα στην Κατερίνα μας