ΒΟΗΘΕΙΑ, Η ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΠΑΓΩΣΕ!
Από τις ιστορίες της Μαριορής
Το φθινόπωρο εκείνης της χρονιάς είχε ξεχάσει να αποχαιρετήσει το καλοκαίρι. Έφτασε κι ο Δεκέμβρης και νόμιζες πως είναι άνοιξη. Στολίστηκαν τα δέντρα, άναψαν τα φωτάκια, ψήθηκαν μελομακάρονα και κουραμπιέδες μα το κρύο πουθενά. Με κρύο όμως ή με ζέστη οι Καλικάντζαροι είχαν κιόλας πιάσει δουλειά. Πιστοί πάντα στο ραντεβού τους κάθε Χριστούγεννα:
Οι άνθρωποι όμως είχαν πρόβλημα.
- Και τώρα πώς θα γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα; γκρίνιαζαν και απλώνονταν νωχελικά με τους καφέδες στον ήλιο. Τα Χριστούγεννα θέλουν χιόνια. Να πάμε για χιονοπόλεμο στην Πάρνηθα και οι πιο τυχεροί και για σκι στον Παρνασσό.
Βράδυ Χριστουγέννων και αραχτοί στο ίντερνετ ανακάλυψαν την παγωμένη πανσέληνο! Βουρ όλοι έξω στα μπαλκόνια με τις φωτογραφικές μηχανές στο χέρι. Μη χάσουν το μοναδικό θέαμα. Οι ελαφροΐσκιωτοι ήλπιζαν να τσακώσουν και το έλκηθρο. Ε, ναι, το είπαν και στις ειδήσεις. Η αποψινή πανσέληνος είναι μπουναμάς για το ταξίδι του Αϊ - Βασίλη! Να βρει το δρόμο του να μοιράσει τα δώρα. Και να πάρει ρεπό ο Ρούντολφ με την κόκκινη μυτούλα.
Οι νεράιδες στο Γκιόρεμε* κατσούφιασαν.
- Πόση ανοησία πια; αναστέναξαν. Τουρλού τα έχουν κάνει όλα στο μυαλό τους. Αϊ - Βασίλη λένε και Σάντα Κλάους εννοούν. Μα αφού θέλουν παγωνιές, θα τις έχουν!
Μια και δυο έβγαλαν από το μπαούλο τις στολές χιονονιφάδας και ξεκίνησαν προθέρμανση. Θέλει ταλέντο και εξάσκηση ο χορός των νιφάδων.
- Παραμονή Πρωτοχρονιάς! Όρισε η γιαγιά νεράιδα που επέβλεπε τις ετοιμασίες. Την ώρα που θα ερχόταν ο Αϊ - Βασίλης από την Καισαρεία. Φέτος δε χρειάζεται. Οι άνθρωποι προτίμησαν τον Σάντα Κλάους. Ας τον κρατήσουν να τον χαίρονται.
Το παγωμένο βοριαδάκι άρχισε να απλώνεται πάνω από τη χώρα. Τρύπωσαν οι άνθρωποι στα σπίτια και δυνάμωσαν τις σόμπες. Κάποιοι τυχεροί άναψαν και καλοριφέρ και οι πλούσιοι και τζάκια. Οι νοικοκυρές φούρνισαν τις βασιλόπιτες. Μα το κρύο όλο και δυνάμωνε. Άδικα οι φούρνοι προσπαθούσαν να ψήσουν τις πίτες. Το ζυμάρι αντί να ψηθεί, πάγωσε!
Τα ίδια και με τη γαλοπούλα. Άψητη κι αυτή και τα κάστανα και οι κουκουναρόσποροι μαράζωναν στη γωνιά τους.
Έξω το χιόνι ξεκίνησε να πέφτει. Απαλά στην αρχή, όλο και πιο πυκνό μετά. Σκέπασε τα πάντα. Πάγωσαν και οι μεγάλοι πυλώνες του ηλεκτρικού. Και ξαφνικά σκοτάδι παντού. Σταμάτησαν και τα φωτάκια της γιορτής να αναβοσβήνουν. Σε λίγο άδειασαν και οι μπαταρίες των λαπ τοπ και τέλος και το ίντερνετ.
Μακριά, στη Ρωσία, ήρθε η ώρα του παππού Χιονιά. Παρέα με την εγγονούλα του βγήκαν την καθιερωμένη πρωτοχρονιάτικη βόλτα τους. Είναι συνηθισμένοι εκεί πάνω στα χιόνια και δεν τους τρομάζουν.
Άνοιξε και ο Αϊ - Βασίλης την πόρτα του. Άδικα. Το χιόνι ήταν πια ένα μέτρο ψηλό.
- Μα τι στο καλό; Απόψε βρήκε να κάνει τέτοιο χαμό; Τόσες μέρες είχαμε καλοκαίρι!!! Τι θα γίνει τώρα με τα παιδιά;
Μια νεραϊδούλα ήρθε και κάθισε απαλά στα μαύρα μακριά του γένια.
- Δεν πειράζει, του ψιθύρισε. Τα παιδιά ούτε που θα το καταλάβουν. Πάει καιρός που τα έχουν βρει με τον Σάντα Κλάους. Εσένα ούτε που σε ξέρουν.
- Μα τι λες; Αφού τα άκουσα χτες να τραγουδάνε τα κάλαντα! Τα άκουσα καθαρά να λένε πως έρχομαι!
- Ναι, τα άκουσες. Μα εγώ τα είδα και να ζωγραφίζουν. Έναν στρουμπουλό γεράκο με κόκκινη φορεσιά. Και τον έβαλαν και σε ένα έλκηθρο να πετάει πάνω στις στέγες και να χώνεται στις καμινάδες. Αυτός είσαι εσύ;
Ξερόβηξε ο Αϊ - Βασίλης και κούνησε λυπημένος το κεφάλι του:
- Τα γνωρίζω αυτά που μου λες. Τα ίδια κάνουν εδώ και χρόνια. Μα παιδιά είναι, δεν πειράζει. Θα μεγαλώσουν και θα μάθουν την αλήθεια. Μικρά είναι ακόμη. Θα σπουδάσουν και θα διαβάσουν και θα τα καταλάβουν όλα. Εμένα μου φτάνει που ακόμη τραγουδούν τα κάλαντα. Και δεν μπορώ να τα απογοητεύσω. Είπαν πως έρχομαι και πρέπει να πάω!
Αυτά είπε ο Αϊ - Βασίλης και τα μάτια του γέμισαν δάκρυα. Κι άρχισαν ένα ένα να πέφτουν κάτω. Κι όπου έπεφτε ένα δάκρυ έλιωνε το χιόνι. Κι όλο έκλαιγε ο Αϊ - Βασίλης και όλο και άνοιγε ο δρόμος. Μα τι να σου κάνει ένας μόνος του να κλαίει; Φέρνει ένας κούκος την άνοιξη; Το χιόνι ήταν βουνά ολόκληρα.
Έλα μου όμως που συγκινήθηκαν και οι νεράιδες; Βάλανε κι αυτές τα κλάματα. Γιατί μπορεί να πάγωσε την καρδιά τους η συμπεριφορά των ανθρώπων, μα τη μαλάκωσε η τεράστια αγάπη του Αϊ - Βασίλη.
Μια μάλιστα σκέφτηκε να φωνάξει και την Μπεφάνα από την Ιταλία. Με εκείνη την τεράστια σκούπα. Δουλειά δεν είχε απόψε. Τα Φώτα μοιράζει αυτή τα δώρα της. Κι έτρεξε αμέσως η καλή γριούλα και πήρε να σκουπίζει το χιόνι όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Φτάνει που εκείνη δεν τα κατάφερε να πάει κοντά το μικρό Χριστό, κανένα άλλο παιδί δεν έπρεπε να μείνει παραπονεμένο.
- Με θέλετε κι εμένα; ακούστηκε τότε μια παιδική φωνούλα. Ήταν το Κρις - Κιντ! Εγώ τελείωσα με το μοίρασμα των δώρων. Και μπορώ να βοηθήσω τον Αϊ - Βασίλη.
- Κι εμείς, κι εμείς να έρθουμε. Φώναξαν κάτι κοριτσάκια που κρατούσαν κεράκια στα χέρια τους. Να σας δείχνουμε και το δρόμο με το φως της Σάντα Λουτσία!
Ακούγοντας και βλέποντας τέτοια πράγματα ο Αϊ - Βασίλης και οι νεράιδες, έκλαιγαν ακόμη πιο πολύ. Από χαρά αυτή τη φορά. Κι από την προσφορά αγάπης! Και το χιόνι όλο και έλιωνε και ο δρόμος όλο και άνοιγε.
Το παγωμένο βοριαδάκι συγκινήθηκε κι αυτό. Και πήρε το μήνυμα και το σκόρπισε σε όλες τις χώρες:
- Τα παιδιά της Ελλάδας κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς δώρα απόψε. Από την ανοησία των μεγάλων. Πρέπει όλοι να βοηθήσουμε τον Αϊ - Βασίλη να φτάσει στον προορισμό του!
Πρώτος έτρεξε ο Σίντερ Κλάας. Με εκείνο το ολόλευκο φτερωτό άλογο που του χάρισαν οι άνθρωποι στην Ευρώπη. Τα δικά του δώρα τα είχε μοιράσει από τη μέρα της γιορτής του, στις 6 Δεκέμβρη. Γιατί να μη βάλει ένα χεράκι; Εξάλλου έχουν τόσα κοινά με τον Αϊ - Βασίλη. Και είναι και πατριωτάκια. Κι εδώ που τα λέμε ούτε κι αυτός συμφωνούσε με τα μασκαραλίκια των ανθρώπων που τον κατάντησαν Σάντα Κλάους. Κι ακόμη περισσότερο τον ενοχλούσε που τον μπέρδευαν με τον Βασίλειο. Νικόλαος ήταν το δικό του όνομα πριν φύγει από την Ελλάδα και μεταναστεύσει στη Δύση.
- Να φωνάξουμε και τους Τρεις Μάγους, πρότεινε η Μπεφάνα. Τα δώρα τους στο Χριστούλη τα πήγαν και τώρα κάθονται. Ως τα Θεοφάνια που θα ξαναβγούν, δεν έχουν τι να κάνουν. Είμαι σίγουρη πως θα χαρούν πολύ να βοηθήσουν.
Δεν πρόλαβε να το πει και ακούστηκαν από μακριά οι καμήλες να τρέχουν. Μα το υπέροχο ήταν που εμφανίστηκε και στον ουρανό ένα ολόλαμπρο άστρο. Η νύχτα έγινε μέρα. Και το χιόνι ούτε που φαινόταν πια. Τουλάχιστον το χιόνι στους δρόμους. Για το άλλο, στις καρδιές των ανθρώπων, θα χρειαστεί πολύ δουλειά ακόμη για να λιώσει και να υποδεχτεί ξανά τον Άγιο Βασίλη. Με το ραβδί του στο ένα χέρι, το χαρτί και το καλαμάρι στο άλλο. Και με την καλή του την καρδιά. Που ξεχειλίζει από αγάπη.
Πάνω στην ώρα εμφανίστηκε κι ένας γερούλης μέσ' τα πράσινα ντυμένος. Φορτωμένος με κλαδιά, χορεύοντας και φωνάζοντας χο - χο - χο.
- Stop, please! φώναξε. Where are you going without me?
Ο Σίντερ Κλάας έκανε τις συστάσεις. Ήταν ο Φάδερ Κρίστμας από την Αγγλία. Και σαν ταξιδεμένος στας Ευρώπας και στην Αμερική, έκανε και τη μετάφραση. Είναι το πνεύμα των Χριστουγέννων, εξήγησε, αυτός που σκορπίζει τη χαρά και τη διάθεση για γλέντι. Νομίζω θα τον χρειαστούμε, πρόσθεσε. Αρκεί να μην αρχίσει να πίνει και δεν ξέρει τι λέει και τι κάνει!
- Όλοι οι καλοί χωράνε, είπε ο Αϊ - Βασίλης. Να έρθει μαζί μας. Καλωσόρισες στην παρέα μας Φάδερ Κρίστμας. Και άνοιξε την αγκαλιά του και τον φίλησε σταυρωτά όπως συνηθίζουνε από παλιά στην Ελλάδα.
Στο βάθος μακριά θόρυβος μεγάλος ακούστηκε. Μικρά πλασματάκια με παράξενες μορφές έρχονταν χοροπηδώντας και φωνάζοντας ακαταλαβίστικες λέξεις.
- Αυτοί μας έλειπαν τώρα, γκρίνιαξε ο Σίντερ Κλάας. Όπου γάμος και χαρά, οι Καλικαντζάροι πρώτοι.
- No, no, διαμαρτυρήθηκε ο Father Christmas. Not Kalikantzari, elves are. Jultomte, Julenisse, Julemand, Joulupukki and the Yule Goat.
- Τι ξωτικά και πράσιν' άλογα; Εμείς στην Ελλάδα Καλικαντζάρους τα λέμε και αυτό το τραγί είναι ίδιος ο αρχαίος Πάνας! Δεν έχουν καμιά δουλειά εδώ τα πλάσματα του Εξαποδώ, δήλωσε ορθά κοφτά ο Σίντερ Κλάας.
- Μα δεν μπορούμε, Άγιε Πατέρα να τους προσβάλλουμε, είπε τότε η Μπεφάνα. Πάνε πολλά χρόνια τώρα που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους τα Χριστούγεννα. Εσείς βέβαια έχετε πάντα κοντά σας τον Μαύρο Πιτ και σας βοηθάει. Μα ακόμη και ο απόγονός σας, ο Σάντα Κλάους, τα έχει από καιρό μπάσει στο σπίτι του.
- Γι' αυτό τον έκαναν σαν τα μούτρα τους... Τέλος πάντων, εδώ που είμαστε θα αποφασίσει ο Αϊ - Βασίλης.
Στο μεταξύ τα Ξωτικά είχαν φτάσει κοντά και το είχαν ρίξει στο χιονοπόλεμο με το λιωμένο χιόνι. Μια ξώφαλτση μπαλιά γεμάτη λάσπες βρήκε και τη Μπεφάνα και άρχισε να τα κυνηγά με το σκουπόξυλο.
- Θα σας πιάσω ζωντόβολα και θα δείτε τι θα σας κάνω!
- Krampus, τρεχάτε, πού είστε να βοηθήσετε; φώναζε έξαλλος με τη συμπεριφορά των Ξωτικών και ο Σίντερ Κλάας.
Κάτι μαυριδερά πλάσματα, με κέρατα στο κεφάλι, πετάχτηκαν πίσω από τη θημωνιά. Ήταν τα Krampus. Ειδικοί συνεργάτες του στο μοίρασμα των δώρων για τα άτακτα παιδιά.
Τα Ξωτικούλια μόλις τα είδαν, έμειναν αγαλματάκια ακούνητα αγέλαστα.
- Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος, τους είπε θυμωμένος ο Σίντερ Κλάας. Τι το περάσατε εδώ; Σουηδία να κάνετε ό,τι θέλετε;
- Μην τα μαλώνεις, Νικόλαε, τα παιδιά. Ακούστηκε τότε η γλυκιά φωνή του Αϊ - Βασίλη. Με τα μαλώματα και τις φωνές κανείς ποτέ δε διόρθωσε τη συμπεριφορά του. Μπορεί από φόβο να κάθεται για λίγο ήσυχος, μα μετά κάνει ακόμη χειρότερες σκανταλιές. Αγάπη και μόνο αγάπη είναι το όπλο. Κι έβγαλε μέσα από τα άμφιά του μια χούφτα αμύγδαλα και καρύδια και τα μοίρασε στους μικρούς αταχτούληδες.
Λαμπύρισαν τα ματάκια τους από χαρά. Νιαμ, νιαμ, ροκάνιζαν με τα μυτερά τους δοντάκια τους ξηρούς καρπούς και έδειχναν με κάθε τρόπο την ευχαρίστησή τους που γλίτωσαν την τιμωρία.
- Άντε και να μη χάνουμε καιρό, είπε τότε ο Αϊ - Βασίλης. Τα παιδιά περιμένουν. Πρέπει από όλα να περάσουμε και να τους δώσουμε τις ευχές μας και την αγάπη μας για το νέο χρόνο.
Το αστέρι ψηλά στον ουρανό έφεγγε με τις ακτίνες του το δρόμο τους. Οι νεράιδες τους ακολουθούσαν πετώντας και με τα μαγικά τους πέπλα τους προστάτευαν από το κρύο. Μαγεμένες και οι ίδιες από τις εξελίξεις... Πού να το φανταστούν τι θα γινόταν σαν πήραν την απόφαση να παγώσουν την Πρωτοχρονιά; Και πως τίποτε δεν μπορεί να νικήσει την αγάπη;
Ο μόνος που έλειπε από την παρέα ήταν ο Σάντα Κλάους. Μα και τι να τον κάνουν; Να πεις πως ήταν και αληθινός; Οι πένες των σκιτσογράφων των έφτιαξαν και οι ρίμες ποιητών της συμφοράς. Μέχρι που τον περίλαβαν οι διαφημιστές και τον έχωσαν με το έτσι θέλω παντού. Να πίνει κόκα κόλα, να πετάει με έλκηθρο, να μαστορεύει στο Βόρειο Πόλο και βεβαίως βεβαίως να χώνεται στις καμινάδες. Αμ, το άλλο; Που το παίζει Μπιγκ Μπράδερ και όλα τα βλέπει και όλες τις σκανταλιές σημειώνει; Νομίζετε πως αρέσει στα παιδιά ένας τέτοιος Αϊ - Βασίλης; Η ψυχούλα τους το ξέρει. Μα έτσι που τα φοβερίζουν ότι μόνο τα καλά παιδιά θα πάρουν δώρο, τολμάνε να πούνε τη γνώμη τους; Όσο τολμήσανε και οι μεγάλοι να σκίσουν το μνημόνιο. Ας μείνει λοιπόν στην Αμερική. Εμάς μας είναι ντιπ άχρηστος!
Η αλήθεια είναι πως απόντες ήταν και μερικοί ακόμη.
Πρώτα πρώτα ο παππούς Χιονιάς, ο Ντεντ Μόροζ, με τη Χιονούλα, την εγγονούλα του. Που τους αφήσαμε στη Ρωσία να μοιράζουν τα δώρα τους την ίδια ακριβώς νύχτα, τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς. Πού να προλάβουν να έρθουν και εδώ; Μεγάλη χώρα η Ρωσία και έχουν τα δικά τους προβλήματα να λύσουν...
Κι ο Περ Νοέλ... ούτε αυτός τα κατάφερε. Ήταν μια δύσκολη χρονιά φέτος στη Γαλλία, δικαιολογήθηκε με tweet που ανέβασε. Κι έπρεπε να μείνει κοντά στα παιδιά του Παρισιού μέχρι να γαληνέψει η καρδούλα τους και να σταματήσουν να φοβούνται.
Όσο για τον άλλο, τον Γερμανό, φοβήθηκε ο ίδιος να έρθει κατά Ελλάδα μεριά. Μη βρει την πόρτα κλειστή όταν γυρίσει πίσω που τόλμησε να μας βοηθήσει. Και όπως και να το κάνουμε ήταν και λεπτή η θέση του. Τι να έρθει και τι να δει εδώ και να μην ντραπεί για τα κατορθώματα των δικών του; Και δε σου λέω μόνο για τα Ελληνόπουλα. Σου λέω και για όλα τα άλλα παιδάκια που έφτασαν στην Ελλάδα. Και όσα φτάνουν κάθε μέρα. Και κυρίως για εκείνα που δεν τα κατάφεραν. Ο Βάιναχτσμαν έκανε καλά που δεν ήρθε και έμεινε στη Γερμανία. Άσε που θα έπαιρναν και φωτιά τα τηλεοπτικά πάνελ χρονιάρες μέρες. Τι θέλει ο Γερμανός στην Ελλάδα και γιατί τον άφησαν να έρθει και άλλα τέτοια.
Όλοι οι άλλοι όμως παρόντες. Με επικεφαλής τον Αϊ - Βασίλη. Που όλους τους καταδέχεται και όλους θέλει να τους καλοκαρδίζει. Είναι ο χαρακτήρας του έτσι. Θες γιατί τον μεγάλωσε η οικογένειά του με τέτοιες αρχές; Θες λόγω της τεράστιας μόρφωσής του; Αυτός είναι ο Αϊ - Βασίλης και δεν αλλάζει. Κι ας προσπάθησαν αρκετοί για το αντίθετο.
Ζει εδώ και αιώνες στις καρδιές των ανθρώπων του λαού μας. Και μόνο αν ξεριζώσεις τις καρδιές μας, θα ξεριζώσεις και τον Αϊ - Βασίλη. Όπως ζει και στα βιβλία που έγραψε. Και θα ζει όσο οι άνθρωποι τα διαβάζουν. Δεν τον έπλασε η φαντασία κανενός ούτε η πένα των άλλων. Ήταν άνθρωπος με σάρκα και οστά, αληθινός, και με τα έργα του και το καλαμάρι του κατάφερε να μείνει αθάνατος. Σύμβολο της ανθρωπιάς και της μόρφωσης. Γνήσιο τέκνο του πολιτισμού μας.
Κι άλλο τόσο ο δικός μας Αϊ - Βασίλης μάς θυμίζει εκείνες τις πατρίδες που δε θέλουμε να λησμονήσουμε. Την Καππαδοκία και τη Μικρασία ολόκληρη. Εκεί που για χιλιάδες χρόνια χτύπαγε η καρδιά της Ελλάδας. Μεγαλουργώντας και γράφοντας χρυσές σελίδες στο μεγάλο βιβλίο της Ανθρωπότητας. Με τον Οδυσσέα στην Τροία, τους φιλοσόφους της Ιωνίας, το Μεγαλέξανδρο, το Διγενή Ακρίτα και τόσους άλλους. Μέχρι που έγινε η μεγάλη καταστροφή και υπέγραψαν οι δυνατοί της Γης τη συνθήκη της Λωζάνης. Μα καμιά συμφωνία δεν κάναμε για τον Αϊ - Βασίλη. Ούτε και στο μνημόνιο έγραφε τίποτα. Όσο προκάμαμε να το διαβάσουμε... Δε θέλουμε και δεν πρέπει να ξεριζώσουμε τον Αϊ - Βασίλη από τη γη του. Τέτοιο χατίρι δε θα κάνουμε σε κανέναν. Κάθε Πρωτοχρονιά θα έρχεται από την Καισαρεία με τις φωνούλες των παιδιών, στο ραβδί του ακουμπισμένος. Φέρνοντας μαζί και τον καινούργιο χρόνο.
Δεν είναι γέρος, δεν είναι παιδί, δεν είναι ξωτικό. Δε φωνάζει χο - χο - χο και δεν έχει ταράνδους και έλκηθρο. Ούτε χώνεται σε καμινάδες. Αυτός είναι ο Αϊ - Βασίλης. Ο δικός μας και μοναδικός Αϊ - Βασίλης στον κόσμο όλο!
Προσοχή λοιπόν από δω και πέρα. Μην το ξαναξεχάσουμε. Μην τον μπερδέψουμε και πάλι με τον Σάντα Κλάους. Γιατί οι νεράιδες του Γκιόρεμε* δεν αστειεύονται. Και τις βλέπω να παγώνουν και την Πρωτοχρονιά και το χρόνο ολάκερο.
Καλή χρονιά να έχουμε και Χρόνια Πολλά!
ΥΓ Ήταν και τα Καλικαντζάρια εκεί και στήσανε χορό.
- Γιούχου, φώναζαν και τραγουδούσαν. Ξεπάγωσε η Πρωτοχρονιά. Θα ψηθούν οι γαλοπούλες και θα φάμε κι εμείς κανένα κοψίδι!
Ήμουνα κι εγώ σε μια γωνιά και πήρα να γράφω τα καθέκαστα να τα μάθει ο κόσμος ούλος και πιο πολύ τα παιδιά.
Με αγάπη
Μαριορή
___________________________________
* Γκιόρεμε: Κοιλάδα της Καππαδοκίας, κοντά στην Καισάρεια, γνωστή για τα τεράστια βράχια της με τα παράξενα σχήματα. Κάποια θυμίζουν καμινάδες. Οι παραδόσεις λένε πως είναι καμινάδες από νεραϊδόσπιτα.
[i]Μαριορή: Η Μαριορή είναι εδώ και πολλά χρόνια δασκάλα σε μικρά παιδιά. Κάποτε ευτύχησε να διδάξει και τα Μικρά Τερατάκια. Κοντά τους έμαθε πως το μεγάλο όπλο είναι η αγάπη. Τα πρώτα της χρόνια ήταν όμως ναυτικός. Ταξίδεψε σε πολλές γωνιές της Γης και είδε πώς γιορτάζουν οι άνθρωποι στις άλλες χώρες τα Χριστούγεννα. Σαν παιδί μεγάλωσε σε χωριό και με τα Λαϊκά Παραμύθια του νονού της, του Γεωργίου Μέγα. Το "Μαριορή" όμως το κέρδισε νωρίτερα, από το παραμύθι της Μαριορής του Μυλωνά που της έλεγε κάθε βράδυ ο πατέρας της. Αργότερα συνάντησε στη ζωή της σπουδαίους δασκάλους. Το Δημήτρη Λιαντίνη που τη δίδαξε να μη λέει ποτέ ψέματα στα παιδιά και να σέβεται τη σοφία των απλών ανθρώπων του λαού μας. Πολλά χρωστάει και στον Αντρέα Μήτσου, κοντά του διδάχτηκε να αναζητεί τη βαθύτερη αλήθεια της ψυχούλας της και να την απιθώνει με λέξεις. Στο χαρτί ή και κατά τη μοντέρνα συνήθεια, στο ίντερνετ. Είναι βλέπεις και η Σιωπή του Ξερόχορτου του συμπατριώτη της Σωτήρη Δημητρίου, που της άλλαξε τα μυαλά. Προτιμά να λέει τις ιστορίες της και να μπορούν ελεύθερα να τις διαβάζουν όλοι. Ειδικά στις εποχές που τώρα ζούμε. Όσο για τις παιδαγωγικές της αντιλήψεις και πρακτικές, τις οφείλει κυρίως στη νηπιαγωγό μανούλα της. Τη δύναμη της αγάπης και την αξεπέραστη δυναμική των παραμυθιών...
_______________________________
Αναδημοσίευση από αφιέρωμα στο φόρουμ ΧΑΡΙΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. Εκεί θα βρείτε πολλές ακόμη πληροφορίες για όλα τα αναφερόμενα στο παραπάνω παραμύθι:
http://paideia.forumotion.com/t2176-topic