Αντί των συνηθισμένων χριστουγεννιάτικων ευχών... γιατί συνηθισμένα δεν είναι τούτα τα Χριστούγεννα!


Δεν είναι αυτά που σήμερα ζούμε μια πρωτόγνωρη εποχή για την Ελλάδα και το λαό μας.

Κι αν κάποιοι θαρρούν πως μας τρομάζει η κατάσταση

πως μας απειλεί λένε το μικρόβιο της απογοήτευσης

πρέπει να τους πω ότι κάποιοι προλάβαμε έγκαιρα να ακούσουμε το μεγάλο νεοέλληνα στοχαστή το Δημήτρη Λιαντίνη. Τον καιρό που όσοι σήμερα το παίζουν ψυχολογική υποστήριξη προς τους τρομοκρατημένους Έλληνες, αλάλαζαν ακόμη το μαζί σου Αντρέα για μια Ελλάδα νέα. Γνωστό σκηνικό και οι αλαλαγμοί των φανατικών οπαδών προς άρχοντες της συμφοράς ως πρόλογος της διάλυσης της χώρας. Κλακαδόροι δίχως ηθικούς ενδοιασμούς και έρεισμα πολιτικής σκέψης. Χειροκροτούν την εξουσία καραδοκώντας κόκαλα να γλείψουν.

Δεν τους νοιάζει τίποτε άλλο εκτός από το προσωπικό τους βόλεμα. Για τον εαυτούλη τους και την τσέπη τους και μόνο. Και άσε την Ελλάδα να καταστρέφεται, άσε τον κόσμο να χάνεται.

Ναι, φταίνε και οι πολιτικοί που καταντήσαμε στο φριχτό σήμερα.

Μα άλλο τόσο φταίνε και όσοι τους ψήφιζαν και τους στήριζαν.

Όσοι σε μεγάλο ή και μικρό βαθμό συμμετείχαν στο βρώμικο σκηνικό της διαφθοράς και της σήψης.

Και είτε μας αρέσει είτε όχι κάποια δόση αλήθειας έχουν τα λεγόμενα του Πάγκαλου. Το όλοι μαζί τα φάγαμε. Έστω και αν το όλοι δεν αφορά το σύνολο του ελληνικού λαού μα το σύνολο των κομματόσκυλων που τόσα χρόνια λυμαίνονταν το δημόσιο χρήμα και το κατασπαταλούσαν.

Εμείς όμως, το ξαναλέω, προλάβαμε και ακούσαμε Λιαντίνη. Να μιλάει για τους Γραικούς και τους Γραικύλους και τους Γραικολιγούρηδες. Να μιλάει από το 90 ακόμα για όσα συνέβησαν στη χώρα είκοσι χρόνια μετά.

Όχι, δε μας ζήτησε ο Λιαντίνης να τρομάξουμε. Δεν έσπειρε ούτε το μικρόβιο της απογοήτευσης.

Τη ζωή μας σε συναγερμό ζήτησε να κηρύξουμε.

Για την Ελλάδα και για την αθώα νέα γενιά. Και για το έγκλημα σε βάρος των παιδιών.

Κι όχι με το συνηθισμένο πρίσμα της κομματικής εκμετάλλευσης.

Αλλά ως Έλληνας και ως Άνθρωπος. Και πάνω απ' όλα ως Δάσκαλος.

Κι από το Λιαντίνη μάθαμε πως το να υπάρχεις Ελληνικός σημαίνει τέσσερις συμπεριφορές:

«Ότι δέχεσαι την αλήθεια που έρχεται μέσα από τη φύση, όχι την αλήθεια που φτιάχνει το μυαλό των ανθρώπων.

Ότι ζεις σύμφωνα με την ηθική της γνώσης, όχι με την ηθική της δεισιδαιμονίας και των προλήψεων.

Ότι αποθεώνεις την εμορφιά, γιατί η εμορφιά είναι δυνατή σαν το νου σου και φθαρτή σαν τη σάρκα σου.

Και κυρίως αυτό: ότι αγαπάς τον άνθρωπο. Πώς αλλιώς! Ο άνθρωπος είναι το πιο τραγικό πλάσμα μέσα στο σύμπαν.»

Δημήτρης Λιαντίνης, προλόγισμα στο βιβλίο του Τα Ελληνικά


Αυτά είναι τα δικά μας όπλα. Η αλήθεια, η ηθική της γνώσης, η εμορφιά, η αγάπη στον άνθρωπο.

Δεν είναι ο φόβος, δεν είναι η απογοήτευση. Δεν είναι η ψευτιά και το επίπλαστο ενδιαφέρον για τους ανθρώπους που σήμερα υποφέρουν.

Κι αυτές τις τέσσερις συμπεριφορές αναζητούμε στους άλλους για να τους σεβόμαστε και να τους θεωρούμε Έλληνες, ανθρώπους, φίλους, Δασκάλους με το Δέλτα κεφαλαίο. Είτε ανήκουν είτε δεν ανήκουν σε κόμματα. Μας είναι αδιάφορο. Εμείς, οι μαθητές του Λιαντίνη, μάθαμε να κοιτάμε τον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά. Ποιος είναι αυτός ο ίδιος. Κι όχι να τους κρεμάμε ταμπελάκια ξεχωρίζοντας κομματικούς φίλους και κομματικούς αντιπάλους.

Μάθαμε ακόμη πως το χειρότερο που μπορεί να συμβεί στον άνθρωπο είναι ο θάνατος. Και είναι αναπόφευκτος. Άπαξ και γεννηθείς, θα πεθάνεις. Μα μάθαμε επίσης πως ο μόνος τρόπος να νικήσεις το θάνατο είναι να πάψεις να τον φοβάσαι. Κι αντί να σέρνεσαι από το φόβο του θανάτου για πρόσκαιρη δόξα και πλούτο, το κλειδί για την αθανασία είναι να αφήσεις πίσω σου έργο που οι άνθρωποι να σε μακαρίζουν. Να ζεις την κάθε σου μέρα σαν να είναι η τελευταία.

Ενδοκοσμική αθανασία... και όσον ενδέχεται αθανατίζειν. Στα μέτρα του ανθρώπου και στα μέτρα που μας έπλασε τον καθένα μας η φύση. Με μέτρο και τάξη και κλιτότητα η ζωή μας όλη. Αν θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι, όπως είπε και ο άλλος ποιητής του λαού μας.

Μπορείς λοιπόν έτσι να δεις τη ζωή σου; Πως εσύ που τώρα υπάρχεις και με διαβάζεις, αύριο δε θα υπάρχεις πια; Να αναρωτηθείς τι θα μείνει πίσω σου από όσα κάνεις και λες;

Αν δεν μπορείς, αν δεν μπορείς να δεχτείς πως περαστικός είσαι από τον κόσμο αυτό, κι έχεις ένα ελάχιστο του χρόνου στη διάθεσή σου για να δικαιώσεις την ύπαρξή σου, πως όσα πλούτη και δόξα να αποκτήσεις τίποτε δε θα πάρεις μαζί σου, μόνο δυο μέτρα γης... τότε δεν μπορείς και να μου δίνεις συμβουλές. Να μην τρομάζω και να μην απογοητεύομαι. Ούτε σε μένα, που έτσι κι αλλιώς δεν τρομάζω και δεν απογοητεύομαι, ούτε σε κανέναν άλλο. Γιατί είσαι εσύ που πρώτος τρομάζεις. Κι αρπάζεσαι από την απογοήτευση. Από τον πανικό και το σοκ των ανθρώπων για όσα τους συμβαίνουν.

Να πάρεις να διαβάσεις το Δόγμα του Σοκ. Της Ναόμι Κλάιν. Την απάνθρωπη θεωρία της Σχολής του Σικάγου. Και πώς οι δυνατοί του κόσμου σήμερα τσαλαπατούν ανθρώπους και λαούς και χώρες. Όχι απλά με το φόβο. Μα με το φόβο του φόβου. Αυτό θα πει σοκ. Αυτό θα πει πανικός. Να μην μπορείς να αντιδράσεις σε όσα σου συμβαίνουν γιατί σε έχουν ποτίσει με το ίδιο εκείνο μαντζούνι που οι κοτζαμπάσηδες πότιζαν το Ραγιά στους αιώνες της τουρκοκρατίας. Να λέει εκείνος σφάξε με αγά μου να αγιάσω κι αυτοί να το παίζουν αφεντικά. Να λυμαίνονται τη δυστυχία των άλλων και να κάνουν κολιγιές με τους δυνάστες.

Έχουμε, σου λέω, ζήσει πολλά τέτοια σκηνικά σε τούτο τον έρμο τον τόπο. Από αρχαιοτάτων χρόνων και μέχρι το πρόσφατο παρελθόν. Δεν είναι σήμερα η εξαίρεση.

Ούτε θα είναι εξαίρεση το αύριο που θα έρθει. Η απάντηση και μόνο της Ιστορίας θα είναι. Και η αναγκαία απόκριση κάθε λαού που προσπαθούν να τον ξεκάνουν. Αργά ή γρήγορα... Φτάνει η στιγμή πάντα. Και το Ελευθερία ή Θάνατος ξαναζεί.

Και δεν έχει καμιά σημασία αν εμείς οι ίδιοι θα προλάβουμε να το ζήσουμε. Μόνο αν θα καταφέρουμε να δικαιωθούμε από την Ιστορία. Ή θα καταλήξουμε σε κείνους που θα τους καταδικάσει.

Εσύ μου μιλάς για το σήμερα. Κι εγώ για την αιωνιότητα.

Εσύ βλέπεις μονάχα το τώρα. Κι εγώ γυρίζω το μάτι μου στο χτες για να δω καλύτερα το μέλλον.

Και δεν ξέρεις πως κι εσύ κι εγώ και όλοι μας είμαστε γραμμένοι του θανάτου. Τροφή για τα σκουλήκια που έλεγαν και στον Κύκλο των Χαμένων Ποιητών. Τίποτε περισσότερο.

Ένα φωτεινό διάστημα ζωής και μόνο. Ένας σβώλος λάσπης. Και με χρέος μοναδικό αυτό το σβώλο να τον κάνουμε να ανθίσει, κατά που έλεγε ο άλλος μεγάλος της φυλής, ο Νίκος Καζαντζάκης.

Χριστούγεννα σήμερα. Και οι χριστιανοί ανταλλάσσουν ευχές για Καλές Γιορτές...

Για ευχές δεχτείτε και τα δικά μου λόγια. Ευχή να ξαναβρούμε τον τρόπο να κοιτάζουμε τα μάτια των παιδιών και να μην ντρεπόμαστε. Που έτσι καταντήσαμε την πατρίδα, επαίτη. Τη ζωή μας μπαίγνιο των τραπεζών και των αγορών. Και το μέλλον κατάμαυρο.

Μου λες να μην τρομάζω και να μην απογοητεύομαι. Δεν τρομάζω και δεν απογοητεύομαι, στο ξαναλέω. Να το χωνέψεις. Οργή και αγανάκτηση είναι τα δικά μου συναισθήματα. Και συ που γονατίζεις, συ που κλαις, σήκω και φώναξε φτάνει πια! τα ... μικρόβια που σπέρνω τους ανθρώπους. Μια λοίμωξη αγιάτρευτη που κόλλησα κάποτε από τα κάγκελα του Πολυτεχνείου. Ήταν Νοέμβρης του 73. Κι έπειτα και εκείνη η χούντα έπεσε. Όπως πέφτουν πάντα όλες οι χούντες. Γιατί να τρομάξω; Γιατί να απογοητευτώ;

Τρομάζουν μόνο οι συνένοχοι και οι συνεργάτες τους.

Οι άλλοι το μόνο που έχουμε να χάσουμε είναι τις αλυσίδες μας.

Πρέπει να μας τρομάζει αυτό; Πρέπει να μας απογοητεύει;

Αφιέρωμα στην Κατερίνα μας